Παρά το βέβαιο έγκλημα οι θαμώνες και το προσωπικό της έπαυλης έμοιαζαν νηφάλιοι, καθυσηχασμένοι ίσως από την δίχως άλλο ηλίθια φάτσα του αστυνόμου που έστειλε το εγκληματολογικό για την εξυχνίαση του φόνου.

Ο αστυνόμος
Alombar ακολούθησε τα ίχνη αίματος και την αποφορά που αναδύουν τα πτώματα σε προχωρημένη σήψη, και κατέβηκε τις σκάλες που οδηγούσαν στο υπόγειο της πελώριας έπαυλης, ανάβοντας το φτηνό αναπτήρα
bic προκειμένου να αποφύγει την πτώση που θα στραπατσάριζε ακόμα περισσότερο τα έτσι κι αλλιώς στραβοχυμένα μούτρα του. Οι σκάλες κατέληγαν σε ένα
υπόγειο, αναμφίβολα τεραστίων διαστάσεων, αρκετά μέτρα κάτω από τη γή, πράγμα που μαρτυρούσαν οι
υγροί τοίχοι όπως είπε ο αστυνόμος. Οι άλλοι πάλι που πήραν το
ασανσέρ για να κατέβουν, το διαπίστωσαν όταν χρειάστηκε να πατήσουν το
-4 για να φτάσουν στο ίδιο σημείο. Έψαξε ψιλαφιστά για να βρεί το διακόπτη που θα άναβε το
φώς, ενώ συχνά πυκνά τα χέρια του σκάλωναν σε άγνωστα
αιχμηρά αντικείμενα, και πληγώνονταν. Όταν τελικά το κατάφερε το θέαμα που αντίκρυσε αυτός και η ομήγυρη ήταν τουλάχιστον
αποκρουστικό...
Ένας υπόγειος
ναός του έρωτα, μια κυκλική σάλα με χοντρούς τοίχους χωρίς παράθυρα, με ένα πελώριο στρογγυλό κρεββάτι στη μέση της, και ένα ταβάνι σχεδόν εξ ολοκλήρου καλυμένο με καθέφτη και γαλάζιους κρυφούς φωτισμούς στο χρώμα που έχει ο ουρανός όταν χαράζει. Στους τοίχους κρεμόταν κάθε λογής ερωτικά βοηθήματα και παιχνίδια, από
μαστίγια,
χειροπέδες,
ερωτικούς δακτυλίους, και
chase balls, μέχρι
αυνανιστές, ζωνάτα
ομοιώματα πέους,
ζαχαρωτά εσώρουχα, και μια μεγάλη ποικιλία σε
κούκλες με τις 7 τρύπες του έρωτα. Στο μεγάλο μπουφέ ήταν επιμελώς τοποθετημένα κάθε λογής παρασκευάσματα, από επιβραδυντικές και διεγερτικές
κρέμες, μέχρι αρωματικά έλαια και
προφυλακτικά όλων των
τύπων και
γεύσεων. Ο αστυνόμος
Αλόμπαρ σήκωσε ψηλά το κεφάλι και είδε κάτι που έκανε το αίμα του να παγώσει...
Ο γνωστός ιστολόγος-υποψήφιος νομάρχης-τραγουδιστής-συγγραφέας
Λαμπρούκος ήταν εκεί,
γυμνός και νεκρός, με τα χέρια και τα πόδια σε έκταση και το
ευμεγέθες μόριο του να κρέμεται σχεδόν μέχρι το πάτωμα (πεθαίνω που πεθαίνω, να μην πω και καμιά μαλακία;) Οι παλάμες και τα πέλματα του ήταν καρφωμένα στον τοίχο με τη χρήση διάφανων
δονητών από
Plexiglass, ενώ πάνω από το κεφάλι του ήταν γραμμένο με ένα άγνωστο λευκό υγρό το μήνυμα:
"ΝΑ ΔΟΥΜΕ ΤΩΡΑ ΠΩΣ ΘΑ ΚΥΛΙΣΤΕΙΣ ΣΤΑ ΓΡΑΣΙΔΙΑ ΜΑΛΑΚΑ..."
Ο αστυνόμος
Αλόμπαρ, ψιλάφισε το υγρό και ύστερα, ακουμπώντας το με τα ακροδάχτυλα του το έφερε κοντά στη μύτη στην αρχή, και στη συνέχεια στην άκρη της γλώσσας του. Ναι δίχως άλλο ήταν
σπέρμα, προφανώς το σπέρμα του μακαρίτη. "
Δώστε μου μια λίστα με όλους τους θαμώνες τις βίλας τώρα", είπε σχδόν οργισμένος.
Μάλιστα, μάλιστα, μονολόγησε κρατώντας στα χέρια του τη λίστα με τις ιστολόγες που περιφέρονταν είτε
γυμνές, είτε ντυμένες
πιθηκίνες στα δωμάτια και τους διαδρόμους τις βίλας, πότε κάνοντας βουτιές στην εσωτερική και εξωτερική πισίνα και πότε επιδιδώμενες σε τρελές
ομαδικές περιπτύξεις με το συγχωρεμένο. Όλες τους
Θεές της ομορφιάς και προφανέστατα της
λαγνείας. "
Μα τι στο διάολο του βρίσκανε του μαλάκα", σκέφτηκε αλλά η θέση του δεν του επέτρεπε να εξωτερικεύσει τη σκέψη του.
Λεμονιά,
Μιραντολίνα,
Ροδιά,
Μαρκησία του Ο,
Λουκρητία,
Houlia,
Ελληνίδα,
Μοργκάνα,
Χνούδι,
Krotkaya,
Ραφινάτα,
Πατουσίτσα,
Αν-Λου,
Βασιλική,
Βατραχόφατσα,
Ντόλυ,
Κουρκουμπίνι. Το τελευταίο όνομα του έφερε μια ζάλη. Η πρώην στενή συνεργάτις του στο
Ηθών, εργαλείο ηδονής στα χέρια αυτού του καθάρματος; Καλά να πάθει το
ΚΑΘΙΚΙ, του άξιζε! Η ανάμνηση της απόρριψης του έρωτα του από το
Κουρκουμπίνι 10 χρόνια πριν, έκανε την οργή του να ξεχυλίσει. Ήταν μια χρυσή ευκαιρία να την εκδικηθεί. Το κάθαρμα νεκρό, κι αυτή θα πηγαινε στη φυλακή για το φόνο του... Σχεδόν τέλειο!
Οι ανακρίσεις δεν κατέληγαν σχεδόν πουθενά. Όλες τους λέγανε την ίδια μονότονη ιστορία. "
Εγκώ ντεν γκζέρει τίποτις, εκείνη ντη ζτιγμή έκανα μπάνιο ζτο πιζίνα".
Κουφάλες, σκέφτηκε ο αστυνόμος
Αλόμπαρ, καθώς έφτυνε το ταμπάκο που μασούσε από προχθές στο πάτωμα και ταυτόχρονα καθάριζε με το νύχι του μικρού του δαχτύλου το κερί από το αυτί του.
Μάλλον πρέπει να κάνω μπάνιο αυτό το μήνα, μονολόγησε. Κι ύστερα μπήκε μέσα
αυτή, όμορφη όπως τότε που ήταν ακόμα νεαρή μπατσίνα στο
Ηθών, κι αυτός ο μέντορας της. Τι κοινότυπη ιστορία στ' αλήθεια, νεαρή αστυνομικός με πλούσια θέλγητρα που γίνεται η φαντασίωση και ο διακαής πόθος του έμπειρου και σιτεμένου συνεργάτη της. Την αντίκρυσε και θυμήθηκε πόσο πολύ την αγαπούσε. Κι ύστερα ένιωσε και πάλι το μίσος του να φουντώνει όταν θυμήθηκε τα λόγια της.
"
Είναι ανώφελο Alombar, δε σ' αγαπώ. Η καρδιά μου είναι δοσμένη σ' αυτόν τον αλήτη τον λαμπρούκο. Γειά σου Alombar, μη κλάψεις για μένα. Θα παραιτηθώ από το ΗΘΩΝ και θα ακολουθήσω τον ΑΝΗΘΙΚΟ ΠΙΘΗΚΟ μέχρι την άκρη της γης. Έχε γειά πιστέ μου σύντροφε, έχε γεια..."
Την ανέκρινε τρία 24ωρα. Της έκανε
φάλαγγα, το μαρτύριο της
σταγόνας, την έδεσε από τα πόδια γυμνή και την κρέμασε από το
ταβάνι, την άφησε ξύπνια με
οδοντογλυφίδες στα μάτια σε άσπρο δωμάτιο με ένα εκτυφλωτικό προβολέα να τη χτυπά, της έριχνε παγωμένο νερό στο κορμί της από τα
Ακαρνανικά όρη, την πασάλειβε με
μέλι και έριχνε μέσα στο κελί της ορδές από
μυρμήγκια "Τούρκους", την έβαζε να βλέπει αγώνες
Champions League του φετεινού
Παναθηναικού. Με το τελευταίο έσπασε...
"Τον σκοτώσαμε όλες μαζί του είπε. Δεν αντέχαμε να τον μοιραζόμαστε. Αποφασίσαμε ότι αφού δεν μπορούσαμε να τον έχουμε εξ ολοκλήρου, καλύτερα να μην τον έχει καμιά μας."
Case closed, έγραψε με τα ορνιθοσκαλίσματα του ο αστυνόμος Alombar στο μπλογκάκι του, και μύρισε με ένα μικρό μηδίαμα τη μασχάλη του σε ένδειξη υπεροχής. "Πρέπει στ' αλήθεια να κάνω μπάνιο αυτό το μήνα" σκέφτηκε καθώς ζούλαγε όλο καμάρι τον κώλο της καμαριέρας φεύγοντας από την έπαυλη...